ηπιάλης

From LSJ

μεγάλα ὠφελήσεσθε πρὸς ἱστορίαν τῶν κοινῶν → that will be of great benefit to you in order to understand public affairs

Source

Greek Monolingual

ἠπιάλης και ἠπιόλης, ό (Α)
εφιάλτης, βραχνάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του ηπίαλος].