Ζῆν οὐκ ἔδει γυναῖκα κατὰ πολλοὺς τρόπους → Nullam esse decuit feminam multis modis → Kein Leben steht der Frau aus vielen Gründen zu
ἰλλώπτω (Α)·. ιλλωπίζω.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰλλός + -ώπτω (πρβλ. ηρώπτω, σκώπτω)].