νίψον ἀνομήματα, μὴ μόναν ὄψιν → wash the sins, not only the face | wash my transgressions, not only my face
η1. η οσμή του καπνού («το φαγητό μυρίζει καπνίλα»)2. η καπνιά, η αιθάλη.