κριώδης
From LSJ
τῶν γὰρ μετρίων πρῶτα μὲν εἰπεῖν τοὔνομα νικᾷ → the first mention of the word moderation wins the game (Euripides, Medea 125f.)
τῶν γὰρ μετρίων πρῶτα μὲν εἰπεῖν τοὔνομα νικᾷ → the first mention of the word moderation wins the game (Euripides, Medea 125f.)
Full diacritics: κρῑώδης | Medium diacritics: κριώδης | Low diacritics: κριώδης | Capitals: ΚΡΙΩΔΗΣ |
Transliteration A: kriṓdēs | Transliteration B: kriōdēs | Transliteration C: kriodis | Beta Code: kriw/dhs |
κριῶδες, ram-like, Ph.1.113.
[Seite 1511] ες, widderartig, Philo.
κρῑώδης: -ες, (εἶδος) ὅμοιος πρὸς κριόν, Φίλων 1. 113.
κριώδης, -ῶδες (Α) κριός
αυτός που μοιάζει με κριάρι.