κότερον
From LSJ
λίγεια μινύρεται θαμίζουσα μάλιστ' ἀηδών → the sweet-voiced nightingale mourns constantly, the sweet-voiced nightingale most loves to warble
λίγεια μινύρεται θαμίζουσα μάλιστ' ἀηδών → the sweet-voiced nightingale mourns constantly, the sweet-voiced nightingale most loves to warble
Full diacritics: κότερον | Medium diacritics: κότερον | Low diacritics: κότερον | Capitals: ΚΟΤΕΡΟΝ |
Transliteration A: kóteron | Transliteration B: koteron | Transliteration C: koteron | Beta Code: ko/teron |
κότερα, Ion. for πότερον, πότερα.
κότερον: κότερα, Ἰων. ἀντὶ τοῦ πότερον, πότερα.
κότερον (Α)
ιων. τ. βλ. πότερον.
κότερον: κότερα, Ιων. αντί πότερον, πότερα.