μητροκλινής

From LSJ

τὰ σῦκα σῦκα, τὴν σκάφην δὲ σκάφην ὀνομάζειν → call a spade a spade | speak the truth | speak straight from the shoulder | give it straight from the shoulder | give the straight goods | not to mince matters | not to mince words | not mince words | call things by their right names | call a spade a spade and a shovel a shovel | call a shovel a shovel | call a spade a spade, not a big spoon

Source

Greek Monolingual

-ές
βιολ. τύπος κληρονομικότητας, σύμφωνα με τον οποίο οι απόγονοι κληρονομούν περισσότερα χαρακτηριστικά από τη μητέρα τους παρά από τον πατέρα τους.