μυλοκόπι

From LSJ

γραμματική ἐστιν ἐμπειρία τῶν παρὰ ποιηταῖς τε καὶ συγγραφεῦσιν ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ λεγομένων → grammar is a practical knowledge of the usage of poets and writers of prose

Source

Greek Monolingual

το (ΑΜ μυλοκόπιον) μυλοκόπος
κοινή ονομασία περκόμορφου ιχθύος που έχει την επιστημονική σημασία Umbrina cirrosa.