ξεινοδοκέω

From LSJ

Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur

Menander, Monostichoi, 97
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ξεινοδοκέω Medium diacritics: ξεινοδοκέω Low diacritics: ξεινοδοκέω Capitals: ΞΕΙΝΟΔΟΚΕΩ
Transliteration A: xeinodokéō Transliteration B: xeinodokeō Transliteration C: kseinodokeo Beta Code: ceinodoke/w

English (LSJ)

ξεινο-δόκος, ξεινο-κτονέω, Ion. for ξεν-.

Greek (Liddell-Scott)

ξεινοδοκέω: ξεινοδόκος, ξεινοκτονέω, Ἰων. ἀντὶ ξεν-.

Greek Monotonic

ξεινοδοκέω: ξεινοδόκος, ξεινοκτονέω, Ιων. αντί ξεν-.

German (Pape)

ion. und ep. = ξενοδοχέω.