ξεμυστηρεύομαι

From LSJ

κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)

Source

Greek Monolingual

1. εκμυστηρεύομαι
2. εξομολογούμαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αόρ. ἐξ-εμυστηρευσάμην, του ἐκ-μυστηρεύομαι, με σίγηση του αρκτ. φωνήεντος (βλ. και λ. ξε-)].