οὐ καταισχυνῶ τὰ ὅπλα τὰ ἱερά → I will never bring reproach upon my hallowed arms
και ξεμυτώ, -άω1. προβάλλω έξω2. εμφανίζομαι, ξεπροβάλλω.[ΕΤΥΜΟΛ. < ξ(ε)- + μύτη.