πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me
ὀπωροθήκη, ἡ (Α)αποθήκη όπου φυλάγονται εδώδιμοι καρποί.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπώρα + θήκη.