πλακωτή

From LSJ

Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticumWegzehrung für das Alter sorge stets dir vor

Menander, Monostichoi, 154
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πλᾰκωτή Medium diacritics: πλακωτή Low diacritics: πλακωτή Capitals: ΠΛΑΚΩΤΗ
Transliteration A: plakōtḗ Transliteration B: plakōtē Transliteration C: plakoti Beta Code: plakwth/

English (LSJ)

ἡ, a form of καδμεία (cf. πλακίτης ΙΙ), Dsc.5.74.

Greek Monolingual

ἡ, Α πλακώ
είδος ορυκτού που χρησίμευε ως φάρμακο για τα μάτια, πλακῖτις.