ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do
το, Ν(διαλ. τ.) μικρό πόδι.[ΕΤΥΜΟΛ. < πόδι + υποκορ. κατάλ. -αρέλι (πρβλ. παιδαρέλι)].