πρωτογνωρίζω

From LSJ

Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love.

Sophocles, Antigone, 523

Greek Monolingual

Ν
γνωρίζω κάποιον ή κάτι για πρώτη φορά («τον πρωτογνώρισα πριν από τρία χρόνια»).