ριζωνύχιο

From LSJ

βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμιςAristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise

Source

Greek Monolingual

το / ῥιζονύχιον, ΝΑ
νεοελλ.
το πίσω, απαλό μέρος του νυχιού που είναι καλυμμένο με δέρμα
αρχ.
η ῥιζωνυχία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥίζα + ὄνυξ, -υχος].