στεφανίσκη

From LSJ

Ζήτει γυναῖκα σύμμαχον τῶν πραγμάτων → Quaere adiuvamen rebus uxorem tuis → Als Partnerin im Leben such dir eine Frau

Menander, Monostichoi, 199

Greek Monolingual

ἡ, Α
ο στεφανίσκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στέφανος + κατάλ. -ίσκη (πρβλ. παιδίσκη)].