στρογγυλοναύτης

From LSJ

κρῖναι δὲ λόγῳ πολύδηριν ἔλεγχον ἐξ ἐμέθεν ῥηθέντα → judge by reason the too much contested argument which has been given by me

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στρογγῠλοναύτης Medium diacritics: στρογγυλοναύτης Low diacritics: στρογγυλοναύτης Capitals: ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΝΑΥΤΗΣ
Transliteration A: strongylonaútēs Transliteration B: strongylonautēs Transliteration C: stroggylonaytis Beta Code: stroggulonau/ths

English (LSJ)

στρογγυλοναύτου, ὁ, merchant-seaman, Ar.Fr.861.

German (Pape)

[Seite 955] ὁ, der auf einem runden oder Kauffahrteischiffe Fahrende, Ar. bei Poll. 7, 190.

Russian (Dvoretsky)

στρογγῠλοναύτης: ου ὁ купец-мореплаватель Arph.

Greek (Liddell-Scott)

στρογγῠλοναύτης: -ου, ὁ, ἐμπορικοῦ πλοίου ναύτης, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 685.

Greek Monolingual

-ου, ὁ, Α
ναύτης εμπορικού πλοίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στρογγύλη (ναῦς) «εμπορικό πλοίο» + ναύτης.