συγκορύφωσις

From LSJ

λέγεται δὲ καὶ κλῶνας αὐτῆς θύραις ἢ θυρίσι προστεθέντας ἀποκρούειν τὰς τῶν φαρμάκων κακουργίας → its branches attached to doors or windows are said to repel the evil of spells

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκορῠφωσις Medium diacritics: συγκορύφωσις Low diacritics: συγκορύφωσις Capitals: ΣΥΓΚΟΡΥΦΩΣΙΣ
Transliteration A: synkorýphōsis Transliteration B: synkoryphōsis Transliteration C: sygkoryfosis Beta Code: sugkoru/fwsis

English (LSJ)

συγκορυφώσεως, ἡ,= συγκεφαλαίωσις, ib.25.

German (Pape)

[Seite 969] ἡ, = συγκεφαλαίωσις, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

συγκορύφωσις: ἡ, = συγκεφαλαίωσις. Θεολογ. Ἀριθμ. σ. 25.

Greek Monolingual

συγκορυφώσεως, ἡ, Α συγκορυφῶ
συγκεφαλαίωση.

Translations

recapitulation

Bulgarian: резюме; Catalan: recapitulació; Chinese Mandarin: 概括; Czech: rekapitulace; Dutch: recapitulatie; Finnish: yhteenveto; French: récapitulation; German: Rekapitulation; Greek: ανακεφαλαίωση; Ancient Greek: ἀνακεφαλαίωσις, ἐπανακεφαλαίωσις, ἐπάνοδος, ξυλλογή, παλιλλογία, συγκεφαλαίωσις, συγκορύφωσις, συλλογή, σύνοψις; Irish: achoimriú; Italian: ricapitolazione; Japanese: 要約; Korean: 개요; Latin: recapitulatio; Polish: streszczenie; Portuguese: recapitulação; Russian: суммирование; Scottish Gaelic: ath-innse; Spanish: recapitulación; Swedish: rekapitulering, sammanfattning, rekapitulation