τοπίο
From LSJ
Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod
Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod
και εσφ. γρφ
τοπείο, το, Ν
1. υπαίθρια γραφική τοποθεσία
2. ζωγραφικός πίνακας που παριστάνει τοποθεσία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τόπιον, με καταβιβασμό του τόνου].