Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τοπίο

From LSJ

Ξένοισι πιστοῖς πιστὸς ὢν γίγνου φίλος → Amicus esto fidus in fidum hospitem → Erweise treuen Fremden dich als treuer Freund

Menander, Monostichoi, 390

Greek Monolingual

και εσφ. γρφ
τοπείο, το, Ν
1. υπαίθρια γραφική τοποθεσία
2. ζωγραφικός πίνακας που παριστάνει τοποθεσία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τόπιον, με καταβιβασμό του τόνου].