Αὐρήλιοι... πατρὶ... καὶ μητρὶ... μνήμης χάριν → The Aurelii, in memory of their father and mother (inscription from Aizonai, Phrygia)
(I)
το, Ν
(δ. γρφ.) βλ. τοπίο.
(II)
το / τοπεῖον, ΝΑ, και ιων. τ. τοπήιον Α
νεοελλ.
ναυτ. τα ξάρτια πλοίου
αρχ.
σχοινί, παλαμάρι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < τόπος, αν και η σύνδεση αυτή προσκρούει σε σημασιολογικές δυσχέρειες].