τσαλαπάτημα
From LSJ
Ζήτει γυναῖκα σύμμαχον τῶν πραγμάτων → Quaere adiuvamen rebus uxorem tuis → Als Partnerin im Leben such dir eine Frau
Greek Monolingual
το, Ν τσαλαπατώ
1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα του τσαλαπατώ, ποδοπάτημα
2. μτφ. πολύ μεγάλος εξευτελισμός, στραπάτσο.