φαραωκτόνος

From LSJ

Πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → Boni parentis ira nulla in filium → Ein guter Vater zürnt nicht gegen seinen Sohn

Menander, Monostichoi, 451

Greek Monolingual

ὁ, Μ
(κυρίως ως προσωνυμία του Μωϋσέως) αυτός που κατάργησε την εξουσία τών φαραώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φαραώ + -κτόνος (< κτόνος < κτείνω), πρβλ. παιδοκτόνος.