φιλέκδικος

From LSJ

Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...

Source

Greek Monolingual

-η, -ο, Ν
εκδικητικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)- + έκδικος «εκδικητικός, τιμωρός». Το επίθ. μαρτυρείται από το 1831 στον Αλ. Σούτσο].