φυματίωση

From LSJ

Πόλις γὰρ οὐκ ἔσθ' ἥτις ἀνδρός ἐσθ' ἑνός → The state which belongs to one man is no state at all

Sophocles, Antigone, 737

Greek Monolingual

η, Ν
ιατρ. λοιμώδες μεταδοτικό νόσημα του ανθρώπου και τών ζώων, που οφείλεται σε διάφορα είδη μυκοβακτηρίων τα οποία είναι γνωστά με την περιληπτική ονομασία βάκιλος του Κοχ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φυματιώ. Ο τ. έχει επικρατήσει αντί του αναμενόμενου φυματίαση. Η λ. αποτελεί απόδοση του γαλλ. tuberculose].