ὀλιγαρχία δὲ τῶν μὲν κινδύνων τοῖς πολλοῖς μεταδίδωσι͵ τῶν δ΄ ὠφελίμων οὐ πλεονεκτεῖ μόνον, ἀλλὰ κτλ. → But an oligarchy gives the many a share of the danger, and not content with the largest part takes and keeps the whole of the profit (Thucyd. 6.39)
ο, Ν
(φωτογρ.) σύστημα με το οποίο ρυθμίζεται ο χρόνος φωτισμού της φωτοευαίσθητης επιφάνειας προκειμένου να παραχθεί φωτότυπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωτ(ο)- + φράκτης.