ἐὰν ᾖ τῳ θανάτου τετιμημένον → if sentence of death has been passed upon one
η, Νοσμή ψαριού, ιδίως ωμού.[ΕΤΥΜΟΛ. < ψάρι (Ι) + κατάλ. -ίλα (πρβλ. τυρίλα)].