ἀβαρβαρίστως

From LSJ

πᾶσα οἰκία ὁπλιτῶν νένακτο → every house had been crammed with soldiers

Source

German (Pape)

[Seite 2] ohne Barbarismen, EM.

Spanish

sin barbarismos

Greek (Liddell-Scott)

ἀβαρβαρίστως: ἄνευ βαρβαρισμῶν, Ἐτυμ. Μ.: -ιστί, Βοασσ. Ἀνέκδ. 3. 160.