ἄνεμος καὶ ὄλεθρος ἄνθρωπος → ruinous and unstable man, a man unstable as the wind
[Seite 248] s. ἀντάω.
impf. ἤντεον;ion. c. ἀντάω.
ἀντέω: Ἰωνικ. ἀντὶ ἀντάω, οἱ δ’ ἤντεον ἀλλήλοισιν Ἰλ. Η. 423.
ἀντέω: ион. = ἀντάω.