ἀπόβλημα

From LSJ

μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπόβλημα Medium diacritics: ἀπόβλημα Low diacritics: απόβλημα Capitals: ΑΠΟΒΛΗΜΑ
Transliteration A: apóblēma Transliteration B: apoblēma Transliteration C: apovlima Beta Code: a)po/blhma

English (LSJ)

-ατος, τό, anything cast away, LXX Wi.13.13, Sch.Ar. Eq.412.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
desperdicio ref. a la corteza y ramas de un árbol, LXX Sap.13.12, 13, τῶν ἀλφίτων Sch.Ar.Eq.414.

German (Pape)

[Seite 297] τό, Wegwurf, Schol. Ar. Vesp. 543.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπόβλημα: τό, πᾶν ὅ,τι ἀποβάλλεται, ἀπορρίπτεται, Θεοδοτ. Π. Δ., Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Σφῆκ. 545 (542), Ἐτυμ. Μ. 70, 20.

Greek Monolingual

το (AM ἀπόβλημα)
οτιδήποτε αποβάλλεται ή είναι για πέταμα.