τὰ ὑπὸ ἐμοῦ διδόμενα τεθήσεται ἐν τῷ ἱερῷ → what I give will be put in the temple
ἀφιδρύομαι (Α) ιδρύομαι1. μεταφέρω από έναν τόπο σε άλλο2. κατασκευάζω, ανεγείρω αγάλματα ή ναούς σύμφωνα με κάποιο πρότυπο.