πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me
impf. ion. de ἔνειμι.
ἐνέην: Επικ. αντί ἐνῆν, παρατ. του ἔνειμι (εἰμί sum).