ὀρνιθοσκοπία

From LSJ

Ἐξ ἡδονῆς γὰρ φύεται τὸ δυστυχεῖν → Nempe est voluptas mater infortunii → Denn aus der Lust erwächst des Unheils Missgeschick

Menander, Monostichoi, 184
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀρνῑθοσκοπία Medium diacritics: ὀρνιθοσκοπία Low diacritics: ορνιθοσκοπία Capitals: ΟΡΝΙΘΟΣΚΟΠΙΑ
Transliteration A: ornithoskopía Transliteration B: ornithoskopia Transliteration C: ornithoskopia Beta Code: o)rniqoskopi/a

English (LSJ)

ἡ, = ὀρνιθομαντεία, Phleg. 37J.

German (Pape)

[Seite 383] ἡ, die Vogelschau und das Wahrsagen daraus, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ὀρνῑθοσκοπία: ἡ, = ὀρνιθομαντεία, Ἀποστολ. Διαταγ. Βασιλ., κτλ.

Greek Monolingual

ὀρνιθοσκοπία, ἡ (Α) ορνιθοσκόπος
πρόβλεψη του μέλλοντος από την παρατήρηση του πετάγματος ή της κραυγής πτηνών, ορνιθομαντεία.