οὐ παντός πλεῖν ἐς Κόρινθον → it's not for every man to make a journey to Corinth, not everyone can afford a trip to Corinth
εἰσθλίβω, ἐκθλάω, ἀμαλδύνω, ἐνθλάω, διατρίβω, ἀπαλοάω, ἑλκύω, ἀποθλίβω, ἐμπιέζομαι, διαπλατύνω, ἐνθλίβω, ἐκθλίβω, ἐκπιάζω, διασυγχέω