vergonzoso
From LSJ
Κακοῦ μεταβολὴν ἀνδρὸς οὐ δεῖ προσδοκᾶν → Non exspectandus improbi flexus viri → Auf Wandel eines schlechten Mannes warte nicht
Spanish > Greek
αἰσχροπαθής, ἐλεγχής, ἄδοξος, ἄμορφος, δυσπρόσοπτος, αἰσχρός, ἀπόρρητος, αἰσχυντηλός, ἐντράπελος