Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes
αἶα, ἀμμά, ἀμμία, ἀμμίη, βαΐα, βυζάστρια, γάλα, γαλοῦχος, γυνὴ τροφῖτις, θηλάστρια, θηλονή, θηλώ, θρέπτειρα, μαῖα, τηθή, τήθη, τιθήνα, τιθήνη, τιθηνός, τίτθη, τροφίμη, τροφῖτις, τροφός