αλλαχή

Revision as of 06:25, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (2)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

ἀλλαχῆ και ἀλλαχῇ επίρρ. (Α)
1. κάπου αλλού, σε άλλο μέρος
2. φρ. «άλλοτε αλλαχή», μια εδώ και μια εκεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Θ. της λ. ἄλλος + ουρανικό πρόσψυμα -αχ-, όπως και στα ἀλλαχόθεν, ἀλλαχόθι, ἀλλαχοῦ κ.ά. + επιρρ. κατάλ. -ή (και -η)].