αλλαχή
From LSJ
χελῶναι μακάριαι τοῦ δέρματος → you tortoises are fortunate in your skin, you blessed turtles with your shell
χελῶναι μακάριαι τοῦ δέρματος → you tortoises are fortunate in your skin, you blessed turtles with your shell
ἀλλαχῆ και ἀλλαχῇ επίρρ. (Α)
1. κάπου αλλού, σε άλλο μέρος
2. φρ. «άλλοτε αλλαχή», μια εδώ και μια εκεί.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Θ. της λ. ἄλλος + ουρανικό πρόσψυμα -αχ-, όπως και στα ἀλλαχόθεν, ἀλλαχόθι, ἀλλαχοῦ κ.ά. + επιρρ. κατάλ. -ή (και -η)].