λιγνίτης

Revision as of 06:44, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (23)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

ο
(ορυκτ.) γαιάνθρακας με καστανό ώς μαύρο χρώμα που έχει σχηματιστεί από την τύρφη, υπό την επίδραση μέσης πίεσης, αποτελεί ένα από τα πρώτα παράγωγα της ενανθράκωσης και είναι ενδιάμεσο υλικό μεταξύ τύρφης και βιτουμενιούχου άνθρακα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. lignite < λατ. lignum «ξύλο» + κατάλ. -ite].