λιθοφάγος

Revision as of 06:45, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (23)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η
ζωολ. γένος φιλοβράγχιων μαλακίων της οικογένειας mytilidae, αλλ. λιθοδόμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. lithophaga < litho- (< λιθο-) + phaga (< -φαγος). Ο τ., στον πληθ. λιθοφάγα (τὰ), μαρτυρείται από το 1895 στο περ. Φοίβος].