γκέτα

Revision as of 07:02, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (8)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η
1. ταινία από χοντρό ύφασμα για το τύλιγμα της κνήμης από τον αστράγαλο ως το γόνατο, έξω από το παντελόνι
2. κουμπωτό περιτύλιγμα (από δέρμα ή ύφασμα) του ποδιού και του κάτω μέρους της κνήμης, προσαρμοσμένο στο παπούτσι και μέσα από το παντελόνι
3. δερμάτινο περικάλυμμα τών κνημών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < (ιταλ. ή βενετ.) ghetta «περικνημίδα»].