ἐξυπανίστημι

Revision as of 07:10, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (12)

English (LSJ)

only in intr. aor. 2, σμῶδιξ μεταφρένου ἐξυπανέστη a weal

   A started up from under the skin of the back, Il.2.267, cf. Pythag. ap. Porph.VP40.

German (Pape)

[Seite 890] Il. 2, 267 σμῶδιξ μεταφρένου ἐξυπανέστη, ein Striemen erhob sich unter der Haut zwischen den Schultern.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξυπανίστημι: μόνον ἐν τῷ ἀμεταβ. ἀορ., σμῶδιξ δ’ αἱματόεσσα μεταφρένου ἐξυπανέστη, «οἴδημα δὲ ὕφαιμον ἔνδοθεν τοῦ μεταφρένου αὐτοῦ ἐξωγκώθη» (Θ. Γαζῆς), Ἰλ. Β. 267.

English (Autenrieth)

only aor. 2 intrans., σμῶδιξ μεταφρένου, started up from (on) his back under the blows of the staff, Il. 2.267†.

Greek Monolingual

ἐξυπανίστημι (Α)
υψώνομαι προς τα πάνω, εξογκώνομαι.