-α, -ο εύχομαι1. ευχητήριος, ευχετικός, αυτός που αναφέρεται στην ευχή, με τον οποίο εκφράζεται ευχή2. το ουδ. ως ουσ. το ευχετήριογραπτή έκφραση ευχής.