κείμενο

Revision as of 07:23, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (20)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

το
1. οτιδήποτε υπάρχει γραμμένο ή κάτι γραμμένο που αναλαμβάνει κάποιος να διασαφηνίσει ή να σχολιάσει
2. γραπτό έργο, σε αντιδιαστολή με τα λόγια
3. ό,τι έχει γραφεί από αρχαίο συγγραφέα, σε αντιδιαστολή με τα υπομνήματα ή τα σχόλια και τη μετάφραση.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένο ουδ. της μτχ. του ρ. κεῖμαι.