[Seite 116] sanftes Sinnes, Hesych.
μειλιχόμητις, ὁ και ἡ (Α)αυτός που έχει πράο χαρακτήρα, ήπιος.[ΕΤΥΜΟΛ. < μείλιχος + μῆτις «σκέψη, φρόνηση» (πρβλ. αισχρό-μητις, ποικιλό-μητις)].