μειλιχόμητις
From LSJ
μοῦνοι Ἑλλήνων δὴ μουνομαχήσαντες τῷ Πέρσῃ → alone of all Greeks we met the Persian singlehandedly, alone of all Greeks having fought singlehanded with the Persians
German (Pape)
[Seite 116] sanftes Sinnes, Hesych.
Greek Monolingual
μειλιχόμητις, ὁ και ἡ (Α)
αυτός που έχει πράο χαρακτήρα, ήπιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μείλιχος + μῆτις «σκέψη, φρόνηση» (πρβλ. αισχρόμητις, ποικιλόμητις)].