οπερέτα

Revision as of 12:10, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (29)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η
1. μουσικοθεατρικό έργο παρόμοιο σε δομή με την όπερα, αλλά με ρομαντική συναισθηματική πλοκή διάσπαρτη με τραγούδια, ορχηστρική μουσική και χορευτικές σκηνές, με διάλογο, και, συνήθως, με κωμικό ή με σατιρικό χαρακτήρα
2. (σκωπτ.) α) όμιλος κωμικών προσώπων
β) κωμική υπόθεση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. operetta, υποκορ. του opera].