σκολόπενδρον

Revision as of 12:29, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (37)

English (LSJ)

τό,

   A hart's tongue, Scolopendrium officinale, Thphr.HP9.18.7.

Greek Monolingual

τὸ, Α
το γνωστό σήμερα με την κοινή ονομασία φυτό σπληνόχορτο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκολόπενδρα, με αλλαγή γένους].