μελιστής

Revision as of 07:32, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3)

English (LSJ)

οῦ, ὁ,

   A = μελικτής, Anacreont.59.8.

German (Pape)

[Seite 124] ὁ, = μελικτής, der Sänger, Anacr. 59, 31.

Greek (Liddell-Scott)

μελιστής: -οῦ, ὁ, = μελικτής, Ἀνακρεόντ. 62. 31.

Greek Monolingual

μελιστής, ὁ (Α) μελίζω
αοιδός, τραγουδιστής, μουσικός.

Russian (Dvoretsky)

μελιστής: οῦ ὁ Anacr. = μελικτάς.