μελιστής
From LSJ
ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either
English (LSJ)
μελιστοῦ, ὁ, = μελικτής, Anacreont.59.8.
German (Pape)
[Seite 124] ὁ, = μελικτής, der Sänger, Anacr. 59, 31.
Russian (Dvoretsky)
μελιστής: οῦ ὁ Anacr. = μελικτάς.
Greek (Liddell-Scott)
μελιστής: -οῦ, ὁ, = μελικτής, Ἀνακρεόντ. 62. 31.
Greek Monolingual
μελιστής, ὁ (Α) μελίζω
αοιδός, τραγουδιστής, μουσικός.