μελιστής
From LSJ
Ἴσον ἐστὶν ὀργῇ καὶ θάλασσα καὶ γυνή → Mulier et mare sunt isdem plane moribus → In ihrem Naturell sind Frau und Meerflut gleich
English (LSJ)
μελιστοῦ, ὁ, = μελικτής, Anacreont.59.8.
German (Pape)
[Seite 124] ὁ, = μελικτής, der Sänger, Anacr. 59, 31.
Russian (Dvoretsky)
μελιστής: οῦ ὁ Anacr. = μελικτάς.
Greek (Liddell-Scott)
μελιστής: -οῦ, ὁ, = μελικτής, Ἀνακρεόντ. 62. 31.
Greek Monolingual
μελιστής, ὁ (Α) μελίζω
αοιδός, τραγουδιστής, μουσικός.